- πορφυρώματα
- τὰ, Αοι σάρκες τών χοίρων που θυσιάζονταν στη Δήμητρα και στην Περσεφόνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < πορφύρα + κατάλ. -ωμα πιθ. μέσω αμάρτυρου αρχ. ρ. *πορφυρόω].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
πορφυρώματα — flesh of the swine sacrificed to Demeter and Persephone neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)